Ezra Pound – Canto XLIX

Γιά τίς ἑφτά λίμνες, κι’ ὄχι ἀπό χέρι ἀνθρώπου τοῦτοι οἱ στίχοι:
Βροχή· ἄδειο ποτάμι· ἕνα ταξίδι,
φωτιά ἀπό μαργωμένο σύννεφο· χοντρή βροχή στό μούχρωμα
κάτω ἀπό τῆς καλύβας τήν σκεπή εἴταν ἕνα φανάρι.
Εἶναι βαρειά τά καλάμια· λυγισμένα·
καί τά μπαμπού μιλοῦν θἄλεγες κλαῖνε.

Φεγγάρι φθινοπωρινό· λόφοι γύρω σέ λίμνες
πάνω στό λιόγερμα1
Τό βράδι μοιάζει μιά κουρτίνα σύννεφα,
θάμπωμα πάνω σέ σπηλιάδες· καί διακρίνεις
ἀψηλούς τούς μυτερούς μίσχους τῆς κανέλας,
ἕνας κρύος σκοπός μές στά καλάμια.
Πίσω ἀπ’ τό λόφο τοῦ καλόγερου ἡ καμπάνα
πού παίρνει ὁ ἄνεμος.
Πανιά πέρασαν δῶθε τόν Ἀπρίλη· μπορεῖ νά ξαναρθοῦνε τόν Ὀχτώβρη
Ἡ βάρκα χάνεται στ’ ἀσήμι· ἀργά·
Ὁ ἥλιος καίει μονάχος στό ποτάμι.

Ἐκεῖ πού τό κρασάτο φλάμπουρο σμίγει τό λιόγερμα
Σπάνιες καμινάδες καπνίζουν στό παράλληλο φῶς.

Ezra Pound – Canto XLIX  [ ἀπόσπασμα ], ΑΝΕΚΔΟΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Canto XLIX: Μιά ματιά στόν Παράδεισο

Τό «Canto τῶν Ἑφτά Λιμνῶν», ὅπως εἶναι γνωστό τό Canto XLIX, ἀναπνέει σχεδόν στό κέντρο τῆς γραφῆς ἑνός Παραδείσου, ὅπως θέλησε τά Cantos του ὁ Πάουντ, καί ἀποτελεῖ καί τό ἴδιο, μέ τά λόγια τοῦ ποιητῆ, μιά ὄψη ἤ ματιά στόν Παράδεισο. Ἐκδίδεται τό 1937 καί εἶναι ἡ ἠχώ τοῦ Canto XIII, μέ τό ὁποῖο συνδέεται μέσω τῆς ἔννοιας τῆς ὀργανικῆς ἁρμονίας καί τάξης ὅπως διατυπώνεται στή διδασκαλία τοῦ Κομφούκιου, καί μιά προοικονομία τῶν Cantos κινεζικῆς ἱστορίας (LII-LXI). Ἦταν, σύμφωνα μέ τήν κόρη τοῦ Μαίρυ ντέ Ράχεβιλτς (Mary de Rachewiltz), ἕνα ἀπό τά ἀγαπημένα Cantos τοῦ ἴδιου τοῦ Πάουντ καί ὁ Χιού Κέννερ (Hugh Kenner) τό ἀποκαλεῖ ἄξονα γύρω ἀπό τόν ὁποῖο περιστρέφονται τά Cantos, συμπυκνώνοντας ἔτσι τήν ἰδιαίτερη σημασία του.2

Τό πρῶτο τμῆμα του, τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ ὁποίου διαβάζουμε ἐδῶ, ἔχει σάν ἀφετηρία μιά σειρά ἀπό ποιήματα καί ζωγραφιές ἑνός ἰαπωνικοῦ χειρογράφου πού ἀνῆκε στούς γονεῖς τοῦ ποιητῆ, δῶρο κάποιου πού ἐπέστρεψε ἀπό τήν Ἀνατολή. Χρονολογεῖται ἀπό τά τέλη τοῦ 16ου ἤ τίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα καί ἀνήκει στή μεγάλη ποιητική καί καλλιτεχνική ἀσιατική παράδοση ἀναπαραστάσεων μέ θέμα τίς ὀκτώ σκηνές κατά μῆκος τῶν ποταμῶν Σιάο καί Σιάνγκ στή νότια Κίνα. Περιέχει ὀκτώ σχέδια στά ὁποῖα ἀντιστοιχοῦν δεκαέξι ποιήματα: ὀκτώ στά κινεζικά καί ὀκτώ στά ἰαπωνικά, γραμμένα σέ μετάξι καί ρυζόχαρτο, ἐμπνευσμένα ἀπό τό διάσημο γιά τήν ὀμορφιά καί τούς λυρικούς συμβολισμούς του τοπίο τῆς περιοχῆς στή συμβολή τῶν δύο ποταμῶν.

Ὁ Πάουντ ἦταν σέ θέση νά ξεχωρίσει μεμονωμένα ἰδεογράμματα, ὄχι ὅμως καί νά διαβάσει ὁλόκληρα τά ποιήματα. Γιά τή μετάφραση τουλάχιστον τῶν ποιημάτων πού εἶναι γραμμένα στά κινεζικά δέχτηκε, κατά πᾶσα πιθανότητα, τή βοήθεια μιᾶς ἐπισκέπτριάς του στό Ραπάλλο τό 1928 ἤ τό 1929 καί ἐνδεχομένως εἶχε πρόσβαση, ἀργότερα, σέ μιά ἀκόμη μεταφραστική ἐκδοχή τοῦ χειρογράφου. Ἡ ἀπόσταση ἀνάμεσα σ’ αὐτή τή βαθύτερη συστατική πηγή καί τό Canto XLIX ἀποτελεῖ ἐξαιρετικό παράδειγμα «παουντικοῦ» τρόπου μετάφρασης ἀλλά καί τῶν διαδρομῶν σύνθεσης τῶν Cantos: παραφράσεις καί ἐλεύθεροι συνδυασμοί δημιουργοῦν ἕνα νέο ποίημα πού περικλείει καί ταυτόχρονα ἐξουδετερώνει τήν ἀπόσταση ἀπό τήν ἀφετηρία του μέσω τῆς δικῆς του ξεχωριστῆς ὀμορφιᾶς.

Στίς 12 Ἰουλίου τοῦ 1959, ὁ Σεφέρης σημειώνει στό ἡμερολόγιό του πώς ἄκουσε στό ραδιόφωνο, καί γιά πρώτη φορά, τήν «καταπληκτικά ἔντονη», «καταπληκτικά ρυθμική καί χρωματισμένη μ’ ἐναλλαγές τοῦ δυνατοῦ καί τοῦ ἤπιου» φωνή τοῦ Πάουντ3. Ὁ Πάουντ ἀπαγγέλλει, μεταξύ ἄλλων, τά Cantos I, XIII καί XLIX. Τά δύο πρῶτα εἶχαν ἤδη μεταφραστεῖ ἀπό τόν Σεφέρη. Εἶναι πολύ πιθανόν ἡ ἀπαγγελία αὐτή νά ἔδωσε τό ἔναυσμα γιά τήν ἀπόπειρα μετάφρασης καί τοῦ Canto XLIX τήν ἴδια χρονιά, σέ συνδυασμό μέ τό γεγονόςπώς τό μεταγενέστερο Canto μοιάζει νά ἐπισκέπτεται ξανά τόν τόπο τοῦ ἤδη μεταφρασμένου Canto XIII, σάν προέκταση τῆς χειρονομίας του.

Στό μαῦρο τετράδιο μέ τήν ἔνδειξη «Note-Book (τετράδιο μεταφορᾶς) 1959-1960»4, ἀνάμεσα σέ σημειώσεις καί μεταφραστικές δοκιμές ἀπό κείμενα τοῦ Εὐριπίδη, τοῦ Αἰσχύλου, τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Ἀριστοφάνη, τοῦ Θουκυδίδη, τοῦ Ἀπουλήιου, τοῦ Τζόυς, καί σ’ ἕνα σχεδιάγραμμα χάρτη τῆς Ἀμοργοῦ, βρίσκεται ἡ γενικότερα ἄγνωστη καί ὥς τώρα ἀδημοσίευτη μετάφραση τῶν δεκαεννέα πρώτων στίχων τοῦ Canto XLIX.

Δύο δεκαετίες μετά τή δημοσίευση τῆς μετάφρασης τῶν Canto I, XIII καί XXX ἀπό τόν Σεφέρη στό περιοδικό Τά Νέα Γράμματα, οἱ δύο ποιητές συναντιοῦνται ξανά, ὅπως οἱ ποταμοί τοῦ ἰαπωνικοῦ χειρογράφου, στό ὁμιχλῶδες φθινοπωρινό τοπίο αὐτῶν τῶν στίχων. Χάρη στή γενναιοδωρία μέ τήν ὁποία ἡ κυρία Ἄννα Λόντου παραχώρησε τήν ἄδεια δημοσίευσης ἔρχεται στό φῶς μιά σημαντική νέα πληροφορία γιά τή συνομιλία τοῦ Σεφέρη μέ τόν Πάουντ καί προστίθεται μιά πινελιά στό μακρύ ταξίδι τοῦ «παράλληλου φωτός» αὐτοῦ τοῦ ποιητικοῦ Παραδείσου. Τήν εὐχαριστοῦμε ὁλόψυχα. Θερμές εὐχαριστίες ὀφείλονται ἐπίσης στή Λήδα Κωστάκη καί τήν Κατερίνα Κρίκου-Davis γιά τήν πολύτιμη βοήθεια σέ κάθε βῆμα αὐτῆς τῆς ἐργασίας.

Στήν παρούσα δημοσίευση ἔχει διατηρηθεῖ ἡ ὀρθογραφία τοῦ χειρογράφου τοῦ Σεφέρη. Ἔχουν, ὅμως, γίνει μικρές ἀλλαγές στή στίξη μέ βάση τό πρωτότυπο στήν τελευταία ἀνατύπωση τοῦ ποιήματος (The Cantos of Ezra Pound, New Directions, Νέα Ὑόρκη 1996).

ΓΑΛΑΤΕΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Το κείμενο δημοσιεύθηκε σε αυτό το τεύχος.


1. Ἐναλλακτική, προγενέστερη γραφή: «κατά τό λιόγερμα».
2. Ὅπως ἀναφέρει καί ὁ Daniel D. Pearlman στό ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρον σχετικό παράρτημα τοῦ βιβλίου του The Barb of Time. On the Unity of Ezra Pound’s Cantos, Oxford University Press, Νέα Υόρκη 1969, σ. 304-311. Ἀξίζει νά προσθέσουμε πώς το συγκεκριμένο Canto ἔχει ἀπασχολήσει ἰδιαίτερα τούς μελετητές τοῦ Πάουντ. Βλέπε ἐνδεικτικά: Massimo Bacigalupo, «America in Ezra Pound’s Posthumous Cantos», Journal of Modern Literature, τόμ. 27, τεῦχος 1-2 (Φθινόπωρο 2003). Demetres P. Tryphonopoulos, «”The Fourth; the dimension of stillness”: D.P. Ouspensky and fourth dimesionalism in Canto 49», Paideuma, 19.3 (Χειμώνας 1990). Sanehide Kodama, «The Eight Scenes of Sho-Sho», Paideuma, 6.2 (Φθινόπωρο 1977). Angela Jung Palandri, «The “Seven Lakes Canto” Revisited», Paideuma, 3.1 (Ἄνοιξη 1974). Hugh Kenner, «More on the Seven Lakes Canto», Paideuma, 2.1 (Ἄνοιξη 1973).
3. Γιῶργος Σεφέρης, Μέρες Ζ΄ (1 Ὀκτώβρη 1956-27 Δεκέμβρη 1960), φιλολογική ἐπιμέλεια Θεανώ Ν. Μιχαηλίδου, Ἴκαρος, Ἀθήνα 1990, σ. 119-120.
4. Ἀρχεῖο Γιώργου Σεφέρη, φάκ. 26, ὑποφ. 5, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Ἀμερικανική Σχολή Κλασικῶν Σπουδῶν στήν Ἀθήνα.