Ὁ Κάτουλλος στήν Καλλιδρομίου
1.
Σέ ποιόν θά χαρίσω αὐτό τό καινούργιο, κομψό βιβλίο
πού μέ ἀπανωτές διορθώσεις μόλις ὁλοκλήρωσα;
Σ’ ἐσένα, Κορνήλιε, πού πάντα πίστευες
ὅτι τ’ ἀνοιχτά μου ποιήματα ἔκρυβαν κάποιο ταλέντο,
τότε πού μονάχα ἐσύ ἀνάμεσα στούς Ἕλληνες εἶχες τήν τόλμη
ὅλη τήν ἱστορία τῆς ποίησής σου στήν Ἐλλειπτική νά ξεδιπλώσεις.
Σπουδαία, μά τόν Διόνυσο, καί ἐπίπονη δουλειά.
Δέξου λοιπόν αὐτό τό δῶρο, ὅ,τι κι ἄν περιέχει
ὅ,τι κι ἄν ἀξίζει, ὥστε μέ τή συνδρομή τοῦ προστάτη του
νά ἐπιζήσει τουλάχιστον ἕναν αἰώνα.
2.
[…]
ἔλα, κορίτσι μου, ν’ ἀγαπηθοῦμε,
τῆς αὐγῆς ἡ φθονερή μουρμούρα
τόν ἔρωτά μας ν’ ἀγγίξει δέν μπορεῖ.
Φίλα με τώρα! Χίλια φιλιά
καί ἑκατό ἀκόμη καί ἄλλα χίλια καί πάλι ἑκατό
καί ἀκόμη χίλια κι ἀπανωτά ἄλλα ἑκατό
ἔτσι πού νά χάσουμε τό μέτρημα καί νά χαθοῦμε÷
καί τό μοχθηρό, κακό της μάτι
πάνω σ’ αὐτούς νά πέσει
πού δουλικά τή γλείφουνε καί τήν ὑπηρετοῦν.
3.
Ἔχεις, Βάλα, συνήθεια πολύ κακή
μ’ ἐκεῖνο τ’ ἀριστερό σου χέρι:
βουτᾶς ἐπιδέξια στά δεῖπνα ἀπό τούς συνδαιτυμόνες
τίς πετσέτες τους ὅταν αὐτοί χαριεντίζονται
καί τρυφερές ἀνταλλάσσουνε κουβέντες!
Ἠλίθιε! Νομίζεις ὅτι κάτι καταφέρνεις.
Δέν μέ πιστεύεις;
Ρώτα καί τούς δούλους σου,
αὐτό τό ἄθλιο σκυλολόι,
πού πίσω ἀπό τήν πλάτη σέ χλευάζει
καί σέ κακολογεῖ.
Σέ προειδοποιῶ, ἀνάγωγε:
ἤ ἀμέσως μοῦ ἐπιστρέφεις τίς λινές πετσέτες μου
ἤ τριακόσιοι ἑνδεκασύλλαβοι
θά πέσουν νά σέ θάψουν.
Ὄχι ὅτι μέ νοιάζει ἡ ἀξία τους
÷ κι ἄς εἶναι πολύτιμες,
δῶρα φίλων ἀγαπημένων÷
ἀλλά δέν θ’ ἀφήσω ἕναν ἄξεστο,
ἀγράμματο χωριάτη,
ἔτσι φτηνά νά τή γλιτώσει.
4.
Πάψε νά θέλεις νά κάνεις τό καλό
κι ὅλους τούς ἀδύναμους νά βοηθᾶς.
Εὐγνωμοσύνη κάτω ἀπ’ τόν ἥλιο μή ζητᾶς.
Κατάλαβέ το: οἱ πράξεις σου ἐνοχλοῦν,
ταράζουν τά βαλτόνερα,
καί ὅσοι ἀπό χάρη δέν γνωρίζουν
θέλουν ἐλεύθερα, χωρίς περισπασμούς,
μέσα στά κόπρανά τους νά τσαλαβουτοῦν.
«Ἀκριβό του φίλο» μέ ἀποκαλοῦσε τότε
αὐτός μέ τό εὐγενικό χαμόγελο
καί τούς ἁβρούς τους τρόπους.
Τώρα μέ λοιδορεῖ καί μ’ ἀποστρέφεται.
Κανείς δέν βρέθηκε τόση πίκρα νά μοῦ δώσει.
5.
Μισῶ καί ἀγαπῶ. Καί ἴσως θέλετε νά μάθετε τό λόγο.
Δέν ξέρω, ἀλλά ἔτσι αἰσθάνομαι καί ὑποφέρω.
6.
Καμιά γυναίκα δέν μπορεῖ νά πεῖ στ’ ἀλήθεια ὅτι ἀγαπήθηκε
ὅσο ἀπό μένα ἀγαπήθηκες ἐσύ.
Τόσο μεγάλη πίστη δέν ἔχει ποτέ ὑπάρξει σέ δεσμό
ὅση ἔχω δείξει ἐγώ στόν δικό μου ἔρωτα γιά σένα.
Τα ποιήματα δημοσιεύθηκαν σε αυτό το τεύχος.